Σελίδες

Παρασκευή 30 Νοεμβρίου 2012

δε μπορείς πιο δυνατά;

“Ο κ. Κ. μιλούσε για την κακή συνήθεια των ανθρώπων να καταπίνουν σιωπηρά την αδικία που τους κάνουν κι αφηγήθηκε τούτη την ιστορία:



Κάποιος περαστικός είδε ένα παιδί να κλαίει και το ρώτησε τι το βασάνιζε.
  • Νά, είχα δυό γρόσια για να πάω στον κινηματογράφο μα ήρθε ένα αγόρι κι άρπαξε το ένα απ΄το χέρι μου, αποκρίθηκε το παιδί κι έδειξε ένα άλλο αγόρι που στεκόταν λίγο πιο πέρα.
    - Καλά, και δεν φώναξες βοήθεια; ρώτησε ο άνθρωπος.
    - Πώς, φώναξα, είπε το παιδί κι άρχισε τώρα να κλαίει λίγο πιο δυνατά.
    - Και δε σ΄άκουσε κανένας; ξαναρώτησε τώρα ο άνθρωπος και χάιδεψε στοργικά το παιδί.
    - Όχι, αποκρίθηκε εκείνο κλαίγοντας με αναφυλλητά.
    - Δεν μπορείς να φωνάξεις πιο δυνατά; ρώτησε ο άνθρωπος.
    - Όχι, αποκρίθηκε το παιδί που βλέποντας τον άνθρωπο να χαμογελάει είχε αρχίσει πάλι να ελπίζει.
    - Τότε δώσε μου και τ΄άλλο, είπε ο άνθρωπος.
    Πήρε και το τελευταίο γρόσι απο το χέρι του παιδιού και συνέχισε ξένοιαστος το δρόμο του.”

Η ιστορία αυτή είναι αφιερωμένη στον Βιβλιοθηκάριο και τη συζήτηση που έγινε στην ανάρτησή του με θέμα "Τα παιδικά πάρτυ"

Πηγή: “Ιστορίες του κ. Κόϋνερ. Η διαλεκτική σαν τρόπος ζωής”, Μπέρτολτ Μπρέχτ. Μετάφραση Πέτρος Μάρκαρης. Εκδόσεις Θεμέλιο.

Η φωτογραφία είναι από εδώ

Τρίτη 27 Νοεμβρίου 2012

αρνί ετών τριάντα



- που πάμε;

- στο καλαμάκι. δρόμο δε θυμάμαι τώρα. μήπως μου άφησαν μυαλό οι αχαϊρευτες;

- να πάω απο βουλιαγμένης;

- πήγαινε απ όπου θες κοπέλα μου. έτσι που είμαι τώρα για φούντο είμαι

- γιατί; τι έγινε;

- τι να γίνει; έχεις παιδιά;

- όχι

- καλύτερααα τυχερήηηη

- γιατί το λέτε;

- γιατί και γω που έχω τι κατάλαβα; πρόκοψα. τις ανεπρόκοπες, τις αχαΐρευτες  αυτή η μεγάλη τα φταίει όλα. πήρε με το μέρος της και τη μικρή και κάνανε κόμμα  σε ποιόν; σε μένα. που έχασα τα χρόνια μου να τις μεγαλώσω. οι αχάριστες. και τι τους έφταιξε το παιδί; μια χαρά παιδί ήσυχο ευγενικό. σε τίποτα δεν τους πειράζει. λυσσάξανε όμως οι βρωμιάρες

- μα τι έγινε; γιατί είστε τόσο αναστατωμένη;

- τι να έγινε; δε χρωστάνε καλό οι αχαΐρευτες - που κακό χρόνο νάχουνε – μη δούνε άνθρωπο να γελάει το χειλάκι του. να το πετάξουν το δηλητήριο. φαγώθηκαν. λύσσαξαν. εκείνη η μεγάλη τα φταίει όλα. έβαλε στα αίματα και τη μικρή. ήθελα νάξερα τι τους έφταιξε το παιδί. μια χαρά παιδί είναι. ήσυχο ούτε ακούγεται μέσα στο σπίτι. αλλά η μέγαιρα θα το φάει. έχει βαλθεί να το διώξει απ το σπίτι αλλά δεν ξέρει ακόμα που έμπλεξε. καλή καλή αλλά έχω και τα όριά μου. τόσα χρόνια τις μεγάλωνα και τίποτα δεν τους έλειψε και νάτο το ευχαριστώ. θα τις κανονίσω όμως εγώ. εκείνη εκείνη τη μεγάλη ειδικά. θα της κάνω μεγάλο κακό. Θα φτύσει το γάλα που της έδινα που να μου κοβόταν τέτοιο φίδι που ζέσταινα στον κόρφο μου. μάνα μάνα αλλά έχω και τα όριά μου. θα τη διώξω κοπέλα μου. θα τη διώξω μα το σταυρό που σου κάνω.θα την πετάξω στο δρόμο αν δε βάλει μυαλό. κι αν θέλει και η μικρή ας πάει μαζί της. τότε να δούμε πόσο τους φταίει το αγόρι μου

-  μα για τα παιδιά σας μιλάτε;

-  όοοχι κορίτσι μου. αυτά δεν είναι παιδιά. αυτά είναι τύραννοι  είναι κακοί άνθρωποι και τώρα θα δούνε και την ανάποδη. δεν τους έφτασαν τόσα χρόνια που χαλάλισα. τώρα θέλουν να διώξουν το παιδί απ το σπίτι. αλλά δε με ξέρουν καλά. αν νομίζουν ότι θα με εκβιάζουν εμένα είναι γελασμένες! θα τους δείξω εγώ! μα την αλήθεια, θα τη διώξω την κακούργα απ το σπίτι. τούρκα με έκανε! ακούς εκεί να μου στείλει τελεσίγραφο. σε ποιόν; σε μένα! και απαιτεί κιόλας η αχάριστη. να διώξω λέει το παιδί απ το σπίτι. ή εκείνες ή αυτός! χα! νομίζει ότι θα με εκβιάσει αλλά δε με ξέρει καλά. απόψε το βράδυ θα δει τη γλύκα. να δούμε θα της αρέσει να είναι σαν το σκυλί στο δρόμο; για να δούμε; θα της αρέσει; που της τα έχω όλα στο χέρι και έχει και απαιτήσεις! η γαιδούρα! η αχαίρευτη! η αχάριστη - που κακό χρόνο να χει

-  μη μιλάτε έτσι. θα ηρεμήσετε, θα μιλήσετε και όλα θα φτιάξουν

-  τι να φτιάξει κοπέλα μου; αυτές λυσσάξανε σου λέω να φύγει το παιδί απ το σπίτι

-  μα ποιό είναι το παιδί; γιος σας

-  όχι κορίτσι μου.... αλλά να... νέα γυναίκα είμαι και γώ. γνώρισα έναν άνθρωπο  και με κάνει ευτυχισμένη. τι έγκλημα έκανα πια; είπα να τον φέρω στο σπίτι και λυσσάξανε! οι παραδόπιστες. αντί να σκεφτούν την ευτυχία μου. αλλά το ξέρω ότι απ τη ζήλια της το κάνει. και θα το πληρώσει ακριβά. μέρα νύχτα σκέφτομαι τι κακό θα της κάνω. και τι έκανε πια και θέλει να του πάρει το κεφάλι; τι έκανε;

-  ένα λεπτό για να καταλάβω. εσείς έχετε δύο κόρες;

-  ναι

-  και έναν γιο;

-  όχι σου λέω. ένα αίσθημα έχω και γώ. νέα γυναίκα είμαι. ανάγκες έχω τι να κάνω;

-  ωραία. και ζείτε όλοι μαζί;

-  ναι το έφερα το παιδί στο σπίτι. τι να κάνω; σαν τις πουτάνες στο δρόμο και στα πάρκα να είμαι; δεν είχε σπίτι το παιδί και το έφερα στο δικό μου. μ΄ αυτά τα χέρια που βλέπεις το έχτισα αυτό το σπίτι. πέτρα πέτρα. μόνο δικό μου είναι και θα το κάνω ότι θέλω και θα βάζω μέσα όποιον θέλω και οποιανού του γουστάρει. κι αν δεν τους αρέσει, ούστ! που νομίζανε ότι θα τους το γράψω κιόλας. αμ δεν τρελάθηκα! 

-  και οι κόρες σας δεν τον θέλουν;

-  λυσσάξανε σου λέω

-  μήπως τους έκανε κάτι;

-  όχι καλέ! τι να τους κάνει. ένα αρνί του θεού είναι το παιδί 

-  και γιατί θέλουν να φύγει. τι σας είπαν

-  ότι τάχα μου βγήκε απ το δωμάτιο μόνο με το σλιπάκι. ε και τι έγινε; τι τις πείραξε τις σκύλες που βγήκε με το σλιπάκι του το παιδί στο σαλόνι; ζέστη έκανε. τι να κάνει; να ψηθεί; τι τους πείραξε; απ τη ζήλια της τα κάνει αυτά η μεγάλη η μυξοπαρθένα αλλά θα της δείξω εγώ!

-  σιγά για να καταλάβω. πόσο χρονών είναι οι κόρες σας;

- η μεγάλη 21 που να μην έσωνε! η μικρή είναι 16 αλλά της φούσκωσε τα μυαλά η άλλη και έβγαλε γλώσσα κι αυτό

- χμ... και το... παιδί; πόσο είναι;

- ε είναι λίγο πιο μικρός από μένα αλλά τι σημασία έχουν τα χρόνια; ο άνθρωπος μετράει

-  και πόσο είπαμε ότι είναι το παιδί;

-  ε θάναι γύρω στα 30... αλλά είναι αρνί του θεού σου λέω.




Ο πίνακας είναι του LucasCranach the Elder