Ανασχηματισμός: Σύνθεση τριών μερών τα οποία ορίζονται ως εξής:
α. Ανα : στερητικό πρόθημα (αχώριστο μόριο ή εξαρτημένο μόρφημα) λέξεων που εκφράζουν στέρηση, έλλειψη, το οποίο δηλώνει αντίθεση προς κάτι (ανα-δουλειά)
Βεβαίως υπάρχει και το ανά- το οποίο είναι λεξικό πρόθημα που στην Aρχαία Eλληνική χρησιμοποιήθηκε με τη σημασία “από κάτω προς τα πάνω”, η οποία διατηρείται στη Νέα Ελληνική, μόνο σε κληρονομημένες λέξεις.
Η συχνότερη σημασία του ανά- είναι η επαναληπτική η οποία πιθανόν προήλθε από ρήματα που δήλωναν κίνηση τελούμενη κατ επανάληψη.
β. Σχήμα :
- Γραμμή που καθορίζεται από την εξωτερική επιφάνεια πράγματος.
- Απεικόνιση αντικειμένου με γραμμές πάνω σε χαρτί με έμφαση στην αποτύπωση της γενικής εξωτερικής επιφάνειας και όχι των χρωμάτων και των λεπτομερειών.
- Παγιωμένη χαρακτηριστική παράσταση.
- Νοητή σύλληψη, σύνθεση ιδεών.
- Παγιωμένη τεχνική στη χρήση του λόγου.
- Παρουσίαση μια ιδέας μέσα σε λόγο με συγκεκαλυμμένο και παγιωμένο τεχνικά τρόπο, ώστε να εντυπωσιάσει λεκτικά, να μην ακουστεί άσχημα το περιεχόμενό της.