Σελίδες

Κυριακή 11 Δεκεμβρίου 2011

βαλκάνιες διαδρομές...


Κοντεύει τρείς. Κρύο. Ψιλόβροχο- σχεδόν χιονόνερο. Ο δρόμος άδειος και λαμπερός εξ αντανακλάσεως. Αν χάζευες λίγο θα έμοιαζε με θάλασσα. Στο αυτοκίνητο ακουγόταν η Loreena McKennitt. Μπροστά ήταν άλλα δύο άδεια ταξί. Πήγαιναν τρενάκι. Φανάρι. Κοιτάει πίσω από τον καθρέφτη. Ερημιά. Στο απέναντι πεζοδρόμιο δυο κυρίες πιασμένες αγκαζέ κάνουν νόημα στο πρώτο ταξί. Η μία γύρω στα 70, στηριζόταν στην άλλη – γύρω στα 45. Με γούνα η μεγαλύτερη. Με κάτι πιο απλό η νεώτερη. 

“γέμισε ο πρώτος. αν πάρουν ξεχωριστά ταξί, γέμισε και ο δεύτερος” σκέφτηκε. Το βλέμμα της έπεσε στη βιτρίνα δεξιά της. Έριξε μια γρήγορη – αυτόματη ματιά, απ τον καθρέφτη, πίσω. Ερημιά. Χάζευε τη βιτρίνα. “Ωραία φουλάρια. Να θυμηθώ που είναι να έρθω να τα δω από κοντά” .

Ένα χτύπημα στο παράθυρο δίπλα της την ξύπνησε απ το χάζεμα. Γύρισε σχεδόν τρομαγμένη.

- ελεύθερη; της είπε κολλητά στο τζάμι

Έγνεψε, ναι, και κείνη πέρασε από μπροστά της και ήρθε στη θέση του συνοδηγού. Όσο περνούσε μπροστά από τα μάτια της, θυμήθηκε ότι ήταν η μια από τις δύο. Η νεώτερη. “γιατί δεν πήρε τον δεύτερο;” σκέφτηκε και το ξέχασε με το ζεστό “καλησπέρα” της

- καλησπέρα σας.
- κρύο ε;
- ναι τη νύχτα χειροτέρεψε. πού πάμε; 
- α, στρίψε στο φανάρι δεξιά και στο πρώτο δεξιά και θα σου πω.

Είχε καθίσει ασυνήθιστα για τέτοια θέση. Είχε γυρίσει την πλάτη της στην πόρτα και ακουμπούσε πάνω της, είχε λυγίσει το αριστερό της πόδι πάνω στο κάθισμα σχεδόν οκλαδόν και της χαμογελούσε. Ένιωθε την παραδοξότητα αλλά δεν καταλάβαινε τι ακριβώς συμβαίνει. Είχε εκτελέσει και το δεύτερο “δεξιά”

- που πάμε;
 - συγνώμη, ξεχάστηκα. συνέχισε ευθεία. θα βγούμε στον κεντρικό δρόμο και θα κάνεις αριστερά.
 Ξαναβγήκαν εκεί που την είχε πάρει.
 - μα, εδώ δεν είμασταν;
 - ναι, έχεις δίκιο. μπερδεύτηκα και για να μη στεκόμαστε έτσι σου είπα να κάνουμε το γύρο. δεν σε   πειράζει...
 - όχι, δε με πειράζει. προς τα που πάμε γενικώς;
 - δεν πάμε κάπου συγκεκριμένα. μια βόλτα πάμε.
 - έτσι γενικά μια βόλτα; δεν είσαστε καλά;
 - καλά είμαι. σε είδα εκεί στο φανάρι και για κάποιο λόγο ήθελα να πάμε μια βόλτα. σου φαίνεται παράξενο;
 - δεν είναι και συνηθισμένο
 - προτιμάς τα συνηθισμένα;
 - με ρωτήσατε πως μου φαίνεται όχι τι προτιμώ.
 - και συ δε μου είπες πως σου φαίνεται αλλά τι είναι.
 - σωστά. παράξενο μου φαίνεται λοιπόν. ασυνήθιστο.
 - όποιος μπαίνει εδώ έχει πάντα συνηθισμένο προορισμό;
 - κατά μία έννοια, ναι
 - εγώ δεν έχω προορισμό. έχω μόνο μια επιθυμία.
 - ποια;
 - να πάμε μια βόλτα. θα ήθελα να πάμε και για ένα ποτό.
 - γιατί;
 - χωρίς γιατί. δυο άγνωστοι μπορούν ένα βράδυ να πάνε μια βόλτα να πιουν ένα ποτό και να μιλήσουν για διάφορα
 - ναι μπορεί να συμβεί κι αυτό.
 - άρα μπορώ να σε κεράσω ένα ποτό;
- σας ευχαριστώ αλλά δε γίνεται
 - γιατί;
 - γιατί δουλεύω;
 - σε πόση ώρα σχολάς;
 - δεν έχει σημασία
 - γιατί;
 - γιατί δεν θα πάμε για ένα ποτό
 - εντάξει αλλά θα πάμε μια βόλτα. αυτό μπορούμε;
 - αυτό δεν κάνουμε;
 - ναι. όμορφος δεν είναι ο Λυκαβηττός;
 - ναι
 - θα μπορούσαμε να σταματήσουμε κάπου να πάρουμε δυο ποτά στο χέρι
 - δεν θα μπορούσαμε - της είπε ήσυχα
 - γιατί; - τη ρώτησε σχεδόν θλιμμένα
 - γιατί εγώ κάθομαι εδώ και σεις εκεί.
 - μπορείς να μου μιλάς στον ενικό; τη ρώτησε ήσυχα
 - όχι - της είπε σχεδόν συντροφικά
 - γιατί; - τη ρώτησε σχεδόν παιδιάστικα
 - γιατί εσείς κάθεστε εκεί και γώ εδώ - της είπε σχεδόν μεγαλίστικα
 - σταμάτα κάπου να αλλάξουμε θέσεις
 Χαμογέλασαν και οι δύο
 - καταλαβαίνω ότι σου φαίνεται παράξενο αλλά θα ήθελα τόσο πολύ να πιούμε ένα ποτό μαζί. να μιλήσουμε για όλα τα άσχετα. για όσα δε λέμε με όσους γνωρίζουμε. για όσα δε λέμε στην κανονική μας ζωή.
 - ναι μιλάνε αλλιώς οι άγνωστοι. πιο ελεύθερα καμιά φορά
 - θα μπορούσα να σε καλέσω σπίτι μου αλλά ίσως με παρεξηγήσεις.
 - και πάλι όχι θα σας έλεγα, αλλά όχι από παρεξήγηση.
 - τότε γιατί;
 - γιατί εγώ κάθομαι εδώ και σεις εκεί.
 - μίλα μου στον ενικό
 - δε γίνεται
  - γιατί;
 - γιατί εγώ κάθομαι εδώ και σεις εκεί
 - στρίψε εδώ δεξιά και μπες αν μπορείς στην πρώτη πυλωτή που θα βρεις να μην κλείσουμε το δρόμο
 Ανέβασε το αυτοκίνητο στο πεζοδρόμιο. Γύρισε να την κοιτάξει. Είχε καθαρό βλέμμα. Την κοίταζε στα ίσια.
 - εδώ μένω. θα ήθελα πολύ να σε κεράσω ένα ποτό. θα ανέβεις;
 - δε γίνεται
 - μπορούμε να αλλάξουμε θέσεις για ένα λεπτό;
 - γιατί;
 - για να καθίσεις στη θέση μου και να μου πεις “καληνύχτα Μιράντα. αύριο θα είμαι εδώ"


(αφιερωμένο στη Theorema και στους βαλκάνιους διαλόγους στα - delirium tremens - σχόλια)

10 σχόλια:

  1. Μα τι ωραίες νυχτερινές ιστορίες που ξέρεις να μας διηγείσαι...
    Σε ευχαριστώ πολύ, εμπνευσμένη Soduck :)

    Επίσης, αγαπώ πολύ το όνομα Μιράντα.
    Αν ήμουν στη θέση της οδηγού, σίγουρα θα της έκανα το χατήρι. Απλώς και μόνο για να προφέρω το όνομά της...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Theorema, ποιός να ξέρει αν η οδηγός ήταν τελικά βαλκάνια...

    ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια :)

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Τελικά η Theorema εμπνέει πολύ κόσμο. :-)
    Πολύ ωραίο κείμενο.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. ακριβώς όπως και τα βαλκάνια... :)

    καλημέρα χαμένο επεισόδιο :))

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Εμένα το Μιράντα ,μου θυμίζει τα μπισκότα.Λιγουλάκι κοιλιόδουλος φέρνω,αλλά αυτό μου βγήκε,τι να κάνω?

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. κανείς δεν είναι τέλειος Τρίτωνα. Πόσο μάλλον οι βαλκάνιοι... :)

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  7. Η διαδρομή μοιάζει βαλκάνια, το ίδιο και εκείνη που την σχεδιάζει. Ο οδηγός πάντως όχι.
    Μια αντίθεση, πέρα για πέρα βαλκανική!

    Καλό βράδυ!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  8. Αυτός που "οδηγεί" πρέπει να διατηρεί τη νηφαλιότητά του. Είναι ευρωπαικοί νόμοι αυτοί. Και να σκεφτείς οτι το Μιράντα δεν είναι βαλκάνιο όνομα. Ανατροπή σε όλα.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  9. SoDurck ακούγεσαι σαν την προσωποποίηση της βαλκανικού εξευρωπαϊσμού!
    Well done!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή