Δεν έβλεπε την ώρα να φτάσει σπίτι. Μα αργούσαν πάντα τόσο πολύ τα φανάρια; Δύο ακόμα. Και στο τελευταίο που έχουν προτεραιότητα οι πεζοί, έγινε αγενής και δεν άφησε εκείνον τον κύριο να περάσει. Τι έχει πάθει; Οι πεζοί είχαν πάντα προτεραιότητα – και τα πεζά επίσης, τώρα που το σκέφτεται. Α! Να αυτό είναι που λένε ότι το σύμπαν συνωμοτεί. Μόλις άδειασε μια θέση!
Τι ώρα πήγε; Θα είναι άραγε εκεί; Γιατί να είναι; Δεν είπαν να ξαναβρεθούν. Δεν είπαν τίποτα. Γιατί δεν είπε εκείνη κάτι;
Μπήκε κουτρουβαλώντας στο σπίτι. Παράτησε τσάντα, κλειδιά, τα πάντα στο πάτωμα και έτρεξε να ανοίξει τον υπολογιστή.
Μα τι της συμβαίνει; Είναι δυνατόν να κάνει έτσι; Και στο κάτω κάτω πως ξέρει ότι θα είναι εκεί; Πως μπορεί να κάνει έτσι, σαν έφηβη για μια τέτοια γνωριμία; Η οθόνη ξεγελάει. Δεν ξέρεις ποιος είναι πίσω από τις λέξεις που σε μαγεύουν. Μα γράφει τόσο όμορφα... Είναι δυνατόν; Φοβάται λίγο. Παραξενεύεται πολύ. Αυτή μια ζωή ήταν τέρας ψυχραιμίας και λογικής. Δεν είναι τυχαίο που την αποκαλούν βούδα οι φίλοι της. Και σε ποιόν να τολμήσει να πεί οτι μπήκε σε chatroom; Και νάτην τώρα. Να τρέχει σαν τρελή στην οθόνη. Δεν έβγαλε ούτε τα παπούτσια της. Connect και η καρδιά της χτυπάει γρήγορα. Θα είναι εκεί; Μπήκε... Κοιτάει αλαφιασμένα την δεξιά στήλη με τα ονόματα. Δεν το βλέπει... Μήπως δεν τα είδε καλά; Ξανά... Μα... ¨Έλα συγκεντρώσου! L … k, l, m... limited... όχι δεν είναι εδώ. Δεν υπάρχει limited... Μήπως μπήκε και έφυγε επειδή δεν τη βρήκε; Μήπως δεν ήρθε; Μήπως... Μήπως... Μήπως είσαι υπερβολική; Μήπως να συνέλθεις λιγάκι; Μια απλή κουβέντα ήταν. Τι έχεις πάθει;
Πρέπει να ρωτήσω το Γιώργο πως δουλεύει αυτό το πράγμα. Πρέπει να μην παρασυρθώ. Ο Γιώργος ήταν κάθετος και αυστηρός. “Κοριτσάκι μου το ίντερνετ θέλει προσοχή. Και ένας κανόνας είναι α π α ρ ά β α τ ο ς! Δεν δίνεις κανένα στοιχείο σου. Ούτε όνομα ούτε περιοχή ούτε τηλέφωνο ούτε διεύθυνση! Και μην τολμήσεις να ερωτευτείς την οθόνη σου!” Ήταν τόσο σίγουρη όταν απαντούσε “Έλα ρε Γιώργο, μωρό είμαι; Σιγά μην ερωτευτώ την οθόνη! Έλεος δηλαδή...”. Το βλέμμα του Γιώργου κάτι έλεγε αλλά δεν έδωσε σημασία. Σιγά μην ερωτευτεί μια οθόνη στην ηλικία της. Αυτά τα παθαίνουν τα πιτσιρίκια!
Ευτυχώς δεν τη ρώτησε το όνομά της. Θα ένιωθε πολύ άβολα να μην το πει, μετά από τόσα που είπαν όλη νύχτα... Τι όμορφη νύχτα... Ούτε και κείνη ρώτησε. Δεν είχε σημασία άλλωστε. Ήταν μια ευχάριστη και ενδιαφέρουσα συνομιλία... έτσι της είπε. Έτσι το ένιωθε και κείνη αλλά...
Ευτυχώς δεν τη ρώτησε το όνομά της. Θα ένιωθε πολύ άβολα να μην το πει, μετά από τόσα που είπαν όλη νύχτα... Τι όμορφη νύχτα... Ούτε και κείνη ρώτησε. Δεν είχε σημασία άλλωστε. Ήταν μια ευχάριστη και ενδιαφέρουσα συνομιλία... έτσι της είπε. Έτσι το ένιωθε και κείνη αλλά...
Πως γίνεται να μπορείς να νιώθεις τέτοια εγγύτητα; σχεδόν συγγένεια; Πως γίνεται να μιλάς με κάποιον άγνωστο και να βλέπεις να σχηματίζονται στην οθόνη σου λέξεις που σε χτυποκαρδούν τόσο έντονα; Πως γίνεται οι λέξεις από άγνωστη πηγή να προκαλούν κύματα συγκίνησης; Όλη μέρα είχε εκείνο το περίεργο ζαλισμένο άυπνο χαμόγελο. Πήγε κατ ευθείαν στη δουλειά. Μα πού είναι; Μάλλον δεν θα μπει πάλι. Έτσι είναι μάλλον αυτές οι κουβέντες, αυτές οι γνωριμίες... Μια ευχάριστη και ενδιαφέρουσα συνομιλία...